Η τρίτη Δευτέρα κάθε χρόνου (18 Ιανουαρίου φέτος) έχει καθιερωθεί ως Ημέρα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και αποτελεί εθνική ημέρα των ΗΠΑ.
Αρχικά, είχε προταθεί από δύο μαύρους βουλευτές, τον δημοκρατικό Τζον Κόνιερς και την ρεπουμπλικανή Σίρλεϊ Τσίζχολμ. Επειδή η πρόταση μπλοκαρίστηκε στο Κογκρέσο, ως απάντηση οργανώθηκε εκστρατεία συγκέντρωσης υπογραφών, που έτυχε της υποστήριξης έξι εκατομμυρίων αμερικανών πολιτών.
Η λαϊκή πίεση υπέρ της πρότασης κορυφώθηκε το 1982-83 με πορείες στην Ουάσιγκτον. Έτσι, το 1983, το Κογκρέσο προέβη στη σχετική νομοθετική ρύθμιση, την οποία κύρωσε ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρίγκαν και το 1986, η Ημέρα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έγινε ομοσπονδιακός νόμος.
Ας θυμηθούμε ότι ο μαύρος ηγέτης δεν ήταν πολιτικός με τη στενή έννοια του όρου, αφού δεν διεκδίκησε πολιτικά αξιώματα, ίσως διότι δεν πρόλαβε, δεδομένου ότι στα 39 του χρόνια δολοφονήθηκε (4.4.1968). Υπήρξε ακτιβιστής, ανθρωπιστής, υπέρμαχος των πολιτικών δικαιωμάτων για τους μαύρους, πολέμιος του «βρώμικου» πολέμου των ΗΠΑ στο Βιετνάμ. «Το οφθαλμόν αντί οφθαλμού θα μας κάνει όλους τυφλούς», έλεγε συχνά, ζητώντας δράσεις μη βίας και πολιτικής ανυπακοής.
Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ο νεώτερος (Martin Luther King Jr) γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1929 στην Ατλάντα της Τζόρτζια. Ο πατέρας και ο παππούς του ήταν βαπτιστές ιεροκήρυκες. Ήδη από τα πρώτα χρόνια της ζωής του το οικογενειακό του περιβάλλον δεν κατόρθωσε να τον κρατήσει μακριά από τον ζόφο της λευκής μισαλλοδοξίας. Πολύ αργότερα θα μιλήσει εκτενώς για τις κουρτίνες που στοίχειωσαν τα παιδικά χρόνια του, εκείνες που χρησιμοποιούσαν στις τραπεζαρίες των τρένων για να χωρίσουν τους λευκούς από τους μαύρους. «Ήμουν πολύ μικρός όταν βίωσα την πρώτη μου εμπειρία πίσω από την κουρτίνα. Ένιωσα σαν να είχε πέσει μια κουρτίνα πάνω σε όλη μου τη ζωή».
Σε ηλικία 15 ετών, ο Μάρτιν Λούθερ άρχισε σπουδές στο Κολέγιο Μόρχαουζ της Ατλάντας, με βάση ειδικό πρόγραμμα για ταλαντούχους μαθητές. Στο τελευταίο έτος των σπουδών του εγκατέλειψε δια παντός το ενδιαφέρον του για την ιατρική και τη νομική και επέλεξε τη σταδιοδρομία του κληρικού, ύστερα από επιμονή του πατέρα του. Σπούδασε στο Θεολογικό Σεμινάριο του Κρόζερ στο Τσέοτερ της Πενσιλβανίας, απ’ όπου αποφοίτησε το 1951 με δίπλωμα θεολογίας.
Τεράστια επίδραση στην ήδη αφυπνισμένη σκέψη του άσκησε η φιλοσοφία της «πολιτικής ανυπακοής» και της «μη βίας» του Μαχάτμα Γκάντι, καθώς και οι θεωρίες των σύγχρονων προτεσταντών θεολόγων. Από το Κρόζερ βρέθηκε στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης, όπου και γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του Κορέτα Σκοτ. Εκεί εξάλλου εναγκαλίστηκε και μία στέρεη βάση για τις δικές του θεολογικές και ηθικές αρχές, πάνω στην οποία έχτισε και τη διδακτορική διατριβή του με τίτλο «Συγκριτική μελέτη των ιδεών περί Θεού στη σκέψη του Πάουλ Τίλιχ και του Χένρι Νέλσον Βίμαν». Ο Κινγκ αντιλαμβανόταν τον Θεό ως μία ενεργή, εμπρόσωπη οντότητα. Επομένως, γι’ αυτόν η σωτηρία του ανθρώπου δεν ήταν δυνατόν να βρεθεί ούτε στην επιδίωξη κοινωνικής προόδου, ούτε στη δύναμη του λογικού, αλλά στην πίστη ότι ο άνθρωπος οδηγείται από τον Θεό.
Στα 26 χρόνια του (1955), ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ήταν ένας απλός παπάς για ένα χρόνο σε εκκλησία Βαπτιστών στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα. Μεταμορφώθηκε σε ακτιβιστή, όταν ετέθη επικεφαλής διαδηλώσεων διαμαρτυρίας για την σύλληψη της Ρόζας Παρκς, μιας μαύρης Αμερικανίδας, η οποία συνελήφθη επειδή αρνήθηκε να δώσει το κάθισμά της στο λεωφορείο σε έναν λευκό. Η λαϊκή διαμαρτυρία κλιμακώθηκε παίρνοντας τη μορφή μαζικού μποϋκοτάζ των λεωφορείων, πυροδοτήθηκε δε, όταν ο Κινγκ συνελήφθη και το σπίτι του πυρπολήθηκε. Η μαζική διάσταση του κινήματος ήταν τέτοια, που οδήγησε στην έκδοση απόφασης από το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ με την οποία κηρύχθηκαν αντισυνταγματικοί οι νόμοι της πολιτείας Αλαμπάμα, που επέβαλαν χωριστές θέσεις στα λεωφορεία για μαύρους και λευκούς. Πρώτη νίκη για τον νεαρό Κινγκ και το κίνημα της πολιτικής ανυπακοής.
Στη συνέχεια, η δράση του Κινήματος Πολιτικών Δικαιωμάτων πήρε παναμερικανικές διαστάσεις, ιδιαίτερα όταν ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ηγήθηκε μεγαλειώδους πορείας εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών – μαύρων και λευκών – προς την Ουάσιγκτον, στις 28 Αυγούστου 1963. Εκεί, από τα σκαλιά του μνημείου Λίνκολν εκφώνησε την πασίγνωστη ομιλία του «Έχω ένα όνειρο». Ένα χρόνο μετά, ήρθε και η διεθνής αναγνώριση στους αγώνες του κινήματος, με την απονομή στον ηγέτη του, του Νόμπελ Ειρήνης 1964.
Δυστυχώς, το 1968, ο μαύρος ηγέτης έγινε μάρτυρας της ειρήνης και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, δολοφονούμενος στην Μέμφις της πολιτείας Τενεσί. Στις 4 Απριλίου, ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δολοφονήθηκε σε ηλικία 39 ετών από ένα λευκό ελεύθερο σκοπευτή, ενώ στεκόταν στο μπαλκόνι του μοτέλ, στο οποίο είχε καταλύσει με τους στενούς συνεργάτες του. Στις 10 Μαρτίου 1969 ο δολοφόνος του Τζέιμς Ιρλ Ρέι ομολόγησε και καταδικάστηκε σε κάθειρξη 99 ετών.
Η μνήμη του παραμένει ζωντανή και τιμάται κυρίως από νέα μεγάλα κινήματα, όπως το διεθνούς εμβέλειας «Black Lives Matter», το οποίο έπαιξε σημαντικό ρόλο και για την ήττα του Ντόναλντ Τραμπ, στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές. Άραγε, μπορούμε να πούμε ότι όπου και αν βρίσκεται μεταθανάτια ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, σίγουρα θα χαμογελά την Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2021, όταν ο ακροδεξιός Τραμπ θα παραδίδει καταφρονεμένος το τιμόνι των ΗΠΑ στον Τζο Μπάιντεν και την πρώτη γυναίκα αντιπρόεδρο Καμάλα Χάρις, ινδολατινικής προέλευσης.